- φηγίδες
- οι, Νβοτ. οικογένεια αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών, με 10 γένη και 1.000 περίπου είδη, με γνωστά και σημαντικά, από οικονομική άποψη, δένδρα, όπως είναι η βαλανιδιά, η καστανιά, η οξιά κ.ά.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. fagaceae < λατ. fagus «οξιά» (βλ. και λ. φηγός)].
Dictionary of Greek. 2013.